Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε με απόφασή του έφεση της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (ΑΤΗΚ), σε σχέση με απόφαση της Επιτροπής Προστασίας Ανταγωνισμού (ΕΠΑ), με την οποία της επέβαλλε διοικητικό πρόστιμο ύψους €390.000.
Σύμφωνα με την απόφαση του Ανώτατου το ιστορικό της υπόθεσης ανάγεται στο έτος 2007, οπόταν το Ενδιαφερόμενο Μέρος υπέβαλε στην Εφεσίβλητη Επιτροπή Προστασίας Ανταγωνισμού καταγγελία περί καταχρηστικής εκμετάλλευσης της δεσπόζουσας θέσης της ΑΤΗΚ, λόγω της, κατ΄ ισχυρισμόν, άρνησής τους για παροχή πρόσβασης στους πελάτες τους, οι οποίοι αγόραζαν προπληρωμένες υπηρεσίες κινητής τηλεφωνίας «so easy», στις υπηρεσίες τηλεπληροφόρησης, που προσέφερε το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
Η Επιτροπή, με απόφασή της, ημερομηνίας 3 Σεπτεμβρίου, 2012, επέβαλε στην ΑΤΗΚ συνολικό διοικητικό πρόστιμο €390.000, κρίνοντας ότι παραβίασε συγκεκριμένες πρόνοιες του περί της Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου του 2008, Ν.13(Ι)/2008.
Αργότερα, στις 27 Ιανουαρίου, 2014, η Επιτροπή ανακάλεσε την πιο πάνω απόφασή της και στη συνέχεια στις 26 Φεβρουαρίου, 2014, με νέα απόφασή της ανακάλεσε την προαναφερθείσα ανακλητική απόφασή της ημερομηνίας 27 Ιανουαρίου, 2014, «με αποτέλεσμα η αρχικώς ληφθείσα απόφαση της 3ης Σεπτεμβρίου, 2012, προς επιβολή προστίμου, να αναβιώσει».
Η ανακλητική απόφαση της 26 Φεβρουαρίου, 2014 (δεύτερη ανακλητική απόφαση) αποτέλεσε και το αντικείμενο προσφυγής, με την οποία προσβαλλόταν ως άκυρη, παράνομη και άνευ οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος, σημειώνει η απόφαση.
Το Ανώτατο Δικαστήριο αναφέρει ότι «εκ του περισσού καταγράφουμε ότι η αιτιολογία περί παραβίασης της αρχής της ίσης μεταχείρισης, που παρατίθεται προς στήριξη του έκτου λόγου έφεσης περί απουσίας δέουσας έρευνας, πέραν του ότι δεν συνιστούσε νομικό λόγο ακύρωσης στα πλαίσια της προσφυγής, παρέμεινε μετέωρη, λόγω γενικής και αόριστης προώθησής της».
Εντέλει, σημειώνει, «διαπιστώνεται ότι η Επιτροπή, κατά τη λήψη της επίδικης απόφασης δεύτερης ανάκλησης, είχε ενώπιων της όλα τα απαραίτητα, κρίσιμα και ουσιώδη, υπό το φως των δεδομένων, στοιχεία. Με σαφή αιτιολογία, παραπέμποντας στην καθοριστική σημασία των όσων κρίθηκαν στην υπόθεση Αντέννα, προχώρησε, αποκαθιστώντας τη νομιμότητα, στη δεύτερη ανακλητική πράξη».
πηγή: ΚΥΠΕ